.
.
GREEK POETRY
-Αριστοφάνης,Σφηκες
-Η Τρίτη Εξοδος του Φιλοκλεωνος Ως Ούτις-στιχ. 168-197
-Τυραννοφοβια-στιχ. 463-511
-μεταφραση κείμενο χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
![]()
Αριστοφάνης,Σφηκες,στιχ. 168-197
Η Τρίτη Εξοδος του Φιλοκλεωνος Ως Ούτις
-μεταφραση κείμενο χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΣΦΗΚΩΝ
Οι Σφήκες είναι το έκτο από τα εργα του Αριστοφάνη (Δαιταλής,
Βαβυλώνιοι,Αχαρνής, Ιππής, Νεφέλαι, Σφήκες)
και το τέταρτο από τα σωζομενα (Αχαρνής, Ιππής, Νεφέλαι, Σφήκες)
,η κωμωδία παίχθηκε στα Λήναια το 422 π.Χ,όπου πήρε το δεύτερο
βραβείο, και σατυρίζει
την δικομανία των Αθηναίων και τον δημαγωγό στρατηγό Κλεωνα
Ο Κλέων είχε αυξήσει σε τρεις οβολούς το μισθό των ηλιαστων
δικαστών,
ο γέρος Φιλοκλεων(Φίλος του Κλεωνος)ήταν από τους φανατικούς
δικαστές και ήταν όλη τη μέρα στην Ηλιαία στα Δικασταστηρια και
δίκαζε,
ο γιος του Βδελυκλεων(Βδελυσσομαι τον Κλεωνα,απεχθάνομαι
τον Κλεωνα) τον έχει κλείσει στο σπίτι,κι έχει βάλει φρουρούς
να μην βγει έξω,
ο Φιλοκλεων μην αντέχοντας την στέρηση του δικαστηρίου προσπαθεί
να αποδράσει,
την πρώτη βγαίνοντας από την καμινάδα σαν καπνός,
την δεύτερη σπρώχνοντας βίαια τη πόρτα,
την τρίτη κρυμμένος κάτω από την κοιλιά γαϊδάρου,ως Ούτις,Κανένας,
όπως ο Οδυσσέας στην ραψωδία ι'της Οδυσσειας που κρύφθηκε κάτω
από τη κοιλιά κριαριού νά ξεφύγει από τον Κύκλωπα Πολύφημο ως
Ούτις,
έρχονται οι συνδικαστες ηλιαστες,ο χορός με μορφή σφηκών,να
πάρουν το μέρος του Φιλοκλεωνα,κι επιδεικνύουν Τυραννοφοβια,
ο Βδελυκλεων πείθει τον Φιλοκλεωνα να δικάζει μέσα στο σπίτι,
οικιακά,με την ησυχία του
και τότε γίνεται και η περίφημη δική των δύο σκύλων:
κατά του σκύλου Αιξωνέα που έκλεψε ένα κομμάτι τυρί από τον
σκύλο Κυδαθηναιέα,
η δίκη αυτή είναι σάτυρα κατά του Κλεωνα που κατηγόρησε τον Λαχητα
για δωροδοκία στη Σικελία,
επίσης ο Βλεδυκλεων καταφέρνει να αλλάξει εντελώς ζωή ο γέρος
πατέρας δικαστής και να το ρίξει έξω ,στην ντόλτσε βιτα,οινοποσίας
κι εταίρες,πάντα με την ίδια μανία,μέχρι που στο τέλος της κωμωδίας
να συμμετέχει σε διαγωνισμό χορου
.
.
Αριστοφάνης,Σφηκες,στιχ. 168-197
Η Τρίτη Εξοδος του Φιλοκλεωνος Ως Ούτις
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βδελυκλέων
ο άνθρωπος αυτός κάτι πονηρό πολύ μεγάλο θα κάνει
Φιλοκλέων
μα το θεό καθόλου,αλλά να δώσω για πούλημα θέλω
το γαϊδούρι πηγαίνοντας μ'αυτα τα καλάθια 170
γιατί η πρώτη του μήνα ειναι
Βδελυκλέων
λοιπόν τι δεν ξερω
κι εγώ να το δώσω για πούλημα;
Φιλοκλέων
όχι βέβαια ακριβώς όπως εγω
Βδελυκλέων
αλλ'ομως μα το θεό πιο καλα
Φιλοκλέων
τότε το γαϊδούρι βγάλε εξω
Σωσίας
ποια πρόφαση βρήκε,με ποση υποκρισια,
για τον αφήσεις να βγει εξω 175
Βδελυκλέων
αλλ'ομως δεν έπιασε
αυτή,γιατί κατάλαβα το τέχνασμα του.
λοιπόν μπαίνοντας μέσα το γαϊδούρι νομίζω πρέπει
να βγάλω έξω για να μην ο γέρος ξεγλυστρισει πάλι
γομάρι γιατί κλαίς;επειδή θα πουληθεις σήμερα;
περπατα γρήγορα.γιατι αγκομαχας;μηπως κουβαλάς 180
κάποιον Οδυσσέα;
Σωσίας
ναι,μα το θεό, κουβαλά
από κάτω πραγματικά κάποιον που έχει κρυφτεί
Βδελυκλέων
ποιον;ας τον δούμε.αυτος εδώ ποιος να'ναι;
ποιος αληθεια εισαι άνθρωπε;
Φιλοκλέων
Ο Κανένας μα το θεο
Βδελυκλέων
εσύ ο Κανένας; από πού; 185
Φιλοκλέων
του Ιθακου του Αποδραστηαλογιδη
Βδελυκλέων
Κανένα μα το θεό κανένα δεν θα χαρείς εσύ
τράβηξε τον από κάτω γρηγορα.ο βρωμιαρης
που κρυφτηκε εκει κάτω.ετσι που να μου φαίνεται
πάρα πολύ όμοιος να'ναι με το πουλάρι κλητηρα
Φιλοκλέων
αν δεν μ'αφησεις ήσυχο,θα λογομαχησουμε 190
Βδελυκλέων
κι αλήθεια εμείς οι δυο γιατί θα λογομαχησουμε;
Φιλοκλέων
για σκιά γαιδουριου
(περὶ ὄνου σκιᾶς)
Βδελυκλέων
πονηρός είσαι πολύ στο τέχνασμα κι αγύριστο κεφαλι
Φιλοκλέων
εγώ πονηρός;όχι μα το θεό αλλά δεν γνωρίζεις
τι άξιος είμαι,αλλ'ισως όταν θα φας
τη πατσοκοιλια γεροντα ηλιαστη 195
Βδελυκλέων
σπρώξε το γαϊδούρι και μπες κι εσυ μέσα στο σπιτι
Φιλοκλέων
ε συνδικαστες και Κλέων βοηθατε
.
.
Αριστοφάνης,Σφηκες,στιχ. 168-197
Η Τρίτη Εξοδος του Φιλοκλεωνος Ως Ούτις
Βδελυκλέων
ἅνθρωπος οὗτος μέγα τι δρασείει κακόν.
Φιλοκλέων
μὰ τὸν Δί᾽ οὐ δῆτ᾽, ἀλλ᾽ ἀποδόσθαι βούλομαι
τὸν ὄνον ἄγων αὐτοῖσι τοῖς κανθηλίοις· 170
νουμηνία γάρ ἐστιν.
Βδελυκλέων
οὔκουν κἂν ἐγὼ
αὐτὸν ἀποδοίμην δῆτ᾽ ἄν;
Φιλοκλέων
οὐχ ὥσπερ γ᾽ ἐγώ.
Βδελυκλέων
μὰ Δἴ ἀλλ᾽ ἄμεινον.
Φιλοκλέων
ἀλλὰ τὸν ὄνον ἔξαγε.
Σωσίας
οἵαν πρόφασιν καθῆκεν, ὡς εἰρωνικῶς,
ἵν᾽ αὐτὸν ἐκπέμψειας. 175
Βδελυκλέων
ἀλλ᾽ οὐκ ἔσπασεν
ταύτῃ γ᾽· ἐγὼ γὰρ ᾐσθόμην τεχνωμένου.
ἀλλ᾽ εἰσιών μοι τὸν ὄνον ἐξάγειν δοκῶ
ὅπως ἂν ὁ γέρων μηδὲ παρακύψῃ πάλιν.
κάνθων τί κλάεις; ὅτι πεπράσει τήμερον;
βάδιζε θᾶττον. τί στένεις, εἰ μὴ φέρεις 180
Ὀδυσσέα τιν᾽;
Σωσίας
ἀλλὰ ναὶ μὰ Δία φέρει
κάτω γε τουτονί τιν᾽ ὑποδεδυκότα.
Βδελυκλέων
ποῖον; φέρ᾽ ἴδωμαι τουτονί. τουτὶ τί ἦν;
τίς εἶ ποτ᾽ ὦνθρωπ᾽ ἐτεόν;
Φιλοκλέων
Οὖτις νὴ Δία.
Βδελυκλέων
Οὖτις σύ; ποδαπός; 185
Φιλοκλέων
Ἴθακος Ἀποδρασιππίδου.
Βδελυκλέων
Οὖτις μὰ τὸν Δἴ οὔτι χαιρήσων γε σύ.
ὕφελκε θᾶττον αὐτόν. ὦ μιαρώτατος
ἵν᾽ ὑποδέδυκεν· ὥστ᾽ ἔμοιγ᾽ ἰνδάλλεται
ὁμοιότατος κλητῆρος εἶναι πωλίῳ.
Φιλοκλέων
εἰ μή μ᾽ ἐάσεθ᾽ ἥσυχον, μαχούμεθα. 190
Βδελυκλέων
περὶ τοῦ μαχεῖ νῷν δῆτα;
Φιλοκλέων
περὶ ὄνου σκιᾶς.
Βδελυκλέων
πονηρὸς εἶ πόῤῥω τέχνης καὶ παράβολος.
Φιλοκλέων
ἐγὼ πονηρός; οὐ μὰ Δἴ ἀλλ᾽ οὐκ οἶσθα σὺ
νῦν μ᾽ ὄντ᾽ ἄριστον· ἀλλ᾽ ἴσως, ὅταν φάγῃς
ὑπογάστριον γέροντος ἡλιαστικοῦ. 195
Βδελυκλέων
ὤθει τὸν ὄνον καὶ σαυτὸν ἐς τὴν οἰκίαν.
Φιλοκλέων
ὦ ξυνδικασταὶ καὶ Κλέων ἀμύνατε.
.
.
.
Αριστοφάνης.Σφηκες.στιχ. 463-511
-Τυραννοφοβια-
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Χορός
δεν είναι φως φανάρι
στους φτωχούς,πως τυραννία
'στα μουλωχτα θα μας την κατσουν'465
αφού εσύ πονηρέ και παρατρεχαμενε τ'Αμυνια
απ'τους νομους μας εμποδας που'ταξε η πολη
χωρις κάποια δικαιολογια
χωρις λογικη καθαρη
παρά μόνος διαταζεις; 470
Βδελυκλέων
δεν γίνετε χωρίς κοκορομαχίες και στριγκλιες
να μιλήσουμε μεταξύ μας και να συμφωνήσουμε;
Χορός
με σένα κουβέντες εχθρε του λαού και φιλομοναρχικε, 475
και τον κολλητό του Βρασίδα και που φοράει ποδογυρους
με γιρλάντες και τρέφει αξύριστο γενακι;
Βδελυκλέων
μα το θεό,πιο καλά για μένα να παρατήσω εντελώς τον πατέρα
παρά με τοσες φασαρίες να θαλασσωνω κάθε μερα
Χορός
κι ούτε ακόμα στην άκρη με το σέλινο δεν είσαι και τον απηγανο 480
αυτό έτσι με περιτύλιγμα τριχοινικων επών να πούμε
όμως τώρα τίποτα δεν περνάς αλλά όταν ο συνήγορος
αυτά και αυτά θα σου λούσει και συνωμοτη θα σ'ονομασει
Βδελυκλέων
επιτέλους για το θεό πότε θα με ξεφορτωθείτε;
ν'αφήνω να με γδερνουν και να γδερνω ολη τη μέρα;485
Χορός
ποτέ,κι ακόμα ένα τίποτα από μένα να μείνει,
αφού πάνω μας τυραννία θέλεις να βαλεις
.
Βδελυκλέων
τα πάντα για σας τυραννία είναι και συνωμοτες
και στα μεγάλα και στα μικρά καποιος κατηγορει
αυτης εγώ δεν άκουσα τ',όνομα ποτέ σε πενήντα χρονια 490
τώρα πιο πολύ απ'τό παστωμενο είναι ακριβοτερη
ώστε και τ'ονομα της στην αγορά να κυκλοφορει
αν κάποιος ψωνίσει ροφούς και σαρδέλες δεν θελει
αμέσως λέει ο διπλανός που πουλα τις σαρδελες
αυτός ψωνίζει σαν άνθρωπος που συμπαθα την τυραννία 495
αν πράσο επιπλέον ζητά στις φρυσες κάτι ορεκτικο
η λαχανοπωλησα λοξοκοιτωντας λέει στον άλλον
πες μου,πράσο ζητάς,ποιο απ'τα δύο την τυραννια
η'νομίζεις πως η Αθήνα για σε παρέχει ορεκτικά;
Ξανθίας
κι εμένα η πόρνη που χθες το μεσημέρι μπήκα μέσα 500
και να την ιππευσω ζητησα θυμωνοντας πολύ
σε μένα ειπε πως ήθελα του Ιππία την τυραννία να επανορθωσω
Βδελυκλέων
αυτά λοιπόν ν'ακουνε τους ευχαριστούν,και τώρα εγω
που τον πατέρα θέλω απ'αυτες ν'απαλλαξω
τις πρωινοδικαστικοσυκοφαντικοταλαιπωροσυναναστροφες 505
να ζει βίο καθώς πρέπει όπως ακριβώς ο Μορυχος, πως αιτία
έχω αυτά να πραττω συνωμότης οντας και με τυραννικά φρονηματα
Φιλοκλέων
μα το θεό και πολύ σωστά,γιατι εγώ ούτε κι αν του πουλιού το γαλα
αντί του βιου μου να λάβω δεν θα μου τον στερησεις τωρα
ούτε ευχαριστιεμαι με τα κοτσύφια ούτε με τα χέλια,αλλά ευχαριστη
μια δικουλα τοση δα αν φάω μέσα σε πήλινη χύτρα να'ναι βουτηγμενη
.
Αριστοφάνης.Σφηκες.στιχ. 463-511
Τυραννοφοβια
Χορός
ἆρα δῆτ᾽ οὐκ αὐτὰ δῆλα
τοῖς πένησιν, ἡ τυραννὶς
“ὡς λάθρᾳ γ᾽ ἐλάνθαν᾽ ὑπιοῦσά με”, 465
εἰ σύ γ᾽ ὦ πόνῳ πόνηρε καὶ κομηταμυνία
τῶν νόμων ἡμᾶς ἀπείργεις ὧν ἔθηκεν ἡ πόλις,
οὔτε τιν᾽ ἔχων πρόφασιν
οὔτε λόγον εὐτράπελον,
αὐτὸς ἄρχων μόνος; 470
Βδελυκλέων
ἔσθ᾽ ὅπως ἄνευ μάχης καὶ τῆς κατοξείας βοῆς
ἐς λόγους ἔλθοιμεν ἀλλήλοισι καὶ διαλλαγάς;
Χορός
σοὐς λόγους ὦ μισόδημε καὶ μοναρχίας ἐραστά,
καὶ ξυνὼν Βρασίδᾳ καὶ φορῶν κράσπεδα 475
στεμμάτων τήν θ᾽ ὑπήνην ἄκουρον τρέφων;
Βδελυκλέων
νὴ Δί᾽ ἦ μοι κρεῖττον ἐκστῆναι τὸ παράπαν τοῦ πατρὸς
μᾶλλον ἢ κακοῖς τοσούτοις ναυμαχεῖν ὁσημέραι.
Χορός
οὐδὲ μὴν οὐδ᾽ ἐν σελίνῳ σοὐστὶν οὐδ᾽ ἐν πηγάνῳ· 480
τοῦτο γὰρ παρεμβαλοῦμεν τῶν τριχοινίκων ἐπῶν.
ἀλλὰ νῦν μὲν οὐδὲν ἀλγεῖς, ἀλλ᾽ ὅταν ξυνήγορος
ταὐτὰ ταῦτα σου καταντλῇ καὶ ξυνωμότας καλῇ.
Βδελυκλέων
ἆρ᾽ ἂν ὦ πρὸς τῶν θεῶν ὑμεῖς ἀπαλλαχθεῖτέ μου;
ἢ δέδοκταί μοι δέρεσθαι καὶ δέρειν δι᾽ ἡμέρας; 485
Χορός
οὐδέποτέ γ᾽, οὐχ ἕως ἄν τί μου λοιπὸν ᾖ,
ὅστις ἡμῶν ἐπὶ τυραννίδ᾽ ὧδ᾽ ἐστάλης.
Βδελυκλέων
ὡς ἅπανθ᾽ ὑμῖν τυραννίς ἐστι καὶ ξυνωμόται,
ἤν τε μεῖζον ἤν τ᾽ ἔλαττον πρᾶγμά τις κατηγορῇ,
ἧς ἐγὼ οὐκ ἤκουσα τοὔνομ᾽ οὐδὲ πεντήκοντ᾽ ἐτῶν· 490
νῦν δὲ πολλῷ τοῦ ταρίχους ἐστὶν ἀξιωτέρα,
ὥστε καὶ δὴ τοὔνομ᾽ αὐτῆς ἐν ἀγορᾷ κυλίνδεται.
ἢν μὲν ὠνῆταί τις ὀρφὼς μεμβράδας δὲ μὴ ᾽θέλῃ,
εὐθέως εἴρηχ᾽ ὁ πωλῶν πλησίον τὰς μεμβράδας·
᾽οὗτος ὀψωνεῖν ἔοιχ᾽ ἅνθρωπος ἐπὶ τυραννίδι.᾽ 495
ἢν δὲ γήτειον προσαιτῇ ταῖς ἀφύαις ἥδυσμά τι,
ἡ λαχανόπωλις παραβλέψασά φησι θατέρῳ·
“εἰπέ μοι, γήτειον αἰτεῖς· πότερον ἐπὶ τυραννίδι,
ἢ νομίζεις τὰς Ἀθήνας σοὶ φέρειν ἡδύσματα;”
Ξανθίας
κἀμέ γ᾽ ἡ πόρνη χθὲς εἰσελθόντα τῆς μεσημβρίας, 500
ὅτι κελητίσαι ᾽κέλευον, ὀξυθυμηθεῖσά μοι
ἤρετ᾽ εἰ τὴν Ἱππίου καθίσταμαι τυραννίδα.
Βδελυκλέων
ταῦτα γὰρ τούτοις ἀκούειν ἡδἔ, εἰ καὶ νῦν ἐγὼ
τὸν πατέρ᾽ ὅτι βούλομαι τούτων ἀπαλλαχθέντα τῶν
ὀρθροφοιτοσυκοφαντοδικοταλαιπώρων τρόπων 505
ζῆν βίον γενναῖον ὥσπερ Μόρυχος, αἰτίαν ἔχω
ταῦτα δρᾶν ξυνωμότης ὢν καὶ φρονῶν τυραννικά.
Φιλοκλέων
νὴ Δἴ ἐν δίκῃ γ᾽· ἐγὼ γὰρ οὐδ᾽ ἂν ὀρνίθων γάλα
ἀντὶ τοῦ βίου λάβοιμ᾽ ἂν οὗ με νῦν ἀποστερεῖς·
οὐδὲ χαίρω βατίσιν οὐδ᾽ ἐγχέλεσιν, ἀλλ᾽ ἥδιον ἄν 510
δικίδιον σμικρὸν φάγοιμ᾽ ἂν ἐν λοπάδι πεπνιγμένον.
.
.
.